Έρευνα ΙΝΕ- ΓΣΕΕ για το Ολοήμερο Σχολείο

Δόθηκε στη δημοσιότητα η έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ- ΓΣΕΕ) και του Ινστιτούτου Παιδαγωγικών Ερευνών- Μελετών της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (ΙΠΕΜ- ΔΟΕ) με θέμα τη «Διερεύνηση του κοινωνικού και παιδαγωγικού ρόλου του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου» σε σχέση με τις αντιλήψεις των γονέων που στέλνουν τα παιδιά τους σε αυτό και των εκπαιδευτικών που εργάζονται σε ΟΔΣ. Να σημειωθεί ότι το ΙΝΕ- ΓΣΕΕ ασχολείται για δεύτερη φορά, μετά το 2003, σε επίπεδο έρευνας με το ίδιο θέμα.
Στο εισαγωγικό σημείωμα της έρευνας αναφέρεται ότι το Ολοήμερο Σχολείο σχετίζεται άμεσα με τις «νέες, κοινωνικές, εκπαιδευτικές, πολιτισμικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες και εξελίξεις». Πώς προσδιορίζονται, όμως, αυτές οι συνθήκες και ποιοι είναι οι παράγοντες που επιβάλουν ένα σχολείο- παιδοφυλακτήριο, δεν αναφέρονται. Αντί αυτών προβάλλονται επιχειρήματα δανεισμένα από τη «θεωρία της παγκοσμιοποίησης» ( κι όχι της «διεθνοποίησης του κεφαλαίου» όπως είναι το σωστό), όπως ότι «οι οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες της μετασχηματιζόμενης ελληνικής κοινωνίας επηρέασαν τη δομή και τη λειτουργία της οικογένειας». Στα πλαίσια αυτά θεωρείται ότι η ένταξη της γυναίκας στην παραγωγική διαδικασία και η συνεπακόλουθη απουσία της τις μεσημβρινές ώρες από το σπίτι, στο οποίο παλαιότερα είχε το ρόλο της φροντίδας και της φύλαξης των παιδιών, επιβάλλει τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας του σχολείου για την ασφαλή φύλαξη των παιδιών . Είναι γνωστό, όμως, ότι η μαζικότερη ένταξη της γυναίκας, σε σχέση με το παρελθόν, στην αγορά εργασίας οφείλεται στις γενικότερες καπιταλιστικές ανάγκες για την παραγωγή μεγαλύτερης μάζας υπεραξίας , άρα έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής της δύναμης και μάλιστα με ελαστικές σχέσεις εργασίας (φασόν, σπαστά ωράρια), εντείνοντας έτσι το διπλό εκμεταλλευτικό χαρακτήρα της γυναικείας εργασίας (σπίτι- εργασία). Για αυτό το λόγο και το κράτος, μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος και των Δήμων προσφέρει ένα τύπο σχολείου μεταμεσημβρινής απασχόλησης αποκλειστικά για τη φύλαξη των παιδιών. Διασκορπίζουν μέσα στο πρόγραμμα αυτού του σχολείου δραστηριότητες όπως Ξένη Γλώσσα, Πληροφορική, Γυμναστική, Θεατρική Αγωγή κλπ. με διδάσκοντες ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς και με έναν το πολύ δύο δασκάλους ανά 50 και περισσότερους μαθητές (με βάση το νόμο) για τη μελέτη των μαθημάτων της Γλώσσας και των Μαθηματικών. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις είναι οι ίδιοι οι γονείς που αναγκάζονται να βάζουν το χέρι στην τσέπη για την κάλυψη λειτουργικών κι άλλων αναγκών (τραπεζοκόμοι, εξοπλισμός κ.ά). εντείνοντας έτσι τον ανταποδοτικό χαρακτήρα του ΟΔΣ.
Επίσης, στο θεωρητικό μέρος της έρευνας επιχειρείται μια περιορισμένη αναφορά της μέχρι τώρα εμπειρίας από την εφαρμογή αντίστοιχων τύπων σχολείων, η οποία περιορίζεται αποκλειστικά σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δη της Γερμανίας. Παραγνωρίζουν έτσι την πλούσια εμπειρία του Σχολείου Πολυτεχνικής Εκπαίδευσης των σοσιαλιστικών χωρών και πρώτα απ’ όλα της Σοβιετικής Ένωσης, όπου ο παιδαγωγικός και κοινωνικός ρόλος του σχολείου δεν ήταν απλώς το ζητούμενο για το σχολείο της μεταμεσημβρινής ζώνης, αλλά συνολικά το σχολικό πρόγραμμα ήταν έτσι διαρθρωμένο ώστε να καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες των παιδιών, των γονιών τους και της κοινωνίας. Σχολεία με σύγχρονα προγράμματα σπουδών, μαθήματα, και βιβλία που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της σοσιαλιστικής κοινωνίας και τα ενδιαφέροντα του νέου ανθρώπου, καταρτισμένους εκπαιδευτικούς, δωρεάν αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, δωρεάν σίτιση και ιατρική φροντίδα των μαθητών, και τόσα άλλα. Δεν θα ήταν άδικο συνεπώς να σημειώσουμε ότι και αυτή η έρευνα του ΙΝΕ- ΓΣΕΕ ακολουθεί τα χνάρια παλαιότερων, δηλαδή είναι «έρευνα κατ’ ανάθεση». Σε αυτού του είδους τις έρευνες που κατακλύζουν τα τελευταία χρόνια το χώρο των κοινωνικών επιστημών (αλλά και σε δημοσκοπήσεις κοινής γνώμης), οι χρηματοδότες (στην περίπτωσή μας ΙΝΕ- ΓΣΕΕ και ΙΠΕΜ- ΔΟΕ) θέτουν τα δικά τους συμπεράσματα ως προαπαιτούμενα και οι ερευνητές αποδέχονται τόσο τους όρους της προκήρυξης, όσο και το εννοιολογικό και θεωρητικό πλαίσιο που θα τα υποστηρίξει.
Η παραπάνω αναφορά σχετίζεται τόσο με τη μεθοδολογία και τα ερωτήματα (κεντρικό και επιμέρους) της έρευνας. Αναφορικά με τη μεθοδολογία θα σημειώναμε τα εξής: Επιλέγεται η χρήση της ποσοτικής μεθόδου με τη συμπλήρωση τυποποιημένων ερωτηματολογίων με αλληλογραφία, που ως γνωστόν έχει μεν σταθερή αλλά δύσκαμπτη δομή. Αντίθετα δεν επιλέγεται η χρήση της συνδυαστικής μεθόδου, δηλαδή ποσοτικών και ποιοτικών μεθόδων (ημιδομημένα ερωτηματολόγια, συνεντεύξεις, συμμετοχική παρατήρηση κ. ά.). Αν αναλογιστούμε τώρα ότι για τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων που δόθηκαν , χρησιμοποιήθηκε ο διοικητικός μηχανισμός της εκπαίδευσης, είναι σχεδόν σίγουρο ότι για την περίπτωση των γονέων δεν θα υπήρξε ελεύθερη αποτύπωση της πραγματικότητας που βιώνουν σε σχέση με το Ολοήμερο Σχολείο, στο βαθμό που κι αυτό θα μπορούσε να καταγραφεί . Ποιον άραγε θα συμβουλεύονταν οι γονείς για επιμέρους ερωτήματα και αποσαφηνίσεις; Ασφαλώς το διευθυντή του σχολείου και είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα ήθελαν να τον φέρουν σε δύσκολη θέση αποτυπώνοντας την άσχημη πραγματικότητα των ολοήμερων σχολείων, παρότι τα ερωτηματολόγια ήταν ανώνυμα. Αυτό άλλωστε εξηγεί και το υψηλό ποσοστό της μη απόκρισης της έρευνας που προσέγγισε το 40%.
Σε σχέση με τη βασική ερευνητική υπόθεση: Σε αυτήν τίθεται η παραδοχή ότι «ο θεσμός του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου (Ο.Δ.Σ.), με τον τρόπο που είναι οργανωμένος και λειτουργεί, δεν ικανοποιεί με επάρκεια τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών και συνεπώς καλύπτει μόνο τις τυπικές κοινωνικές ανάγκες των γονέων». Από μόνη της όμως η παραπάνω αξιολογική παραδοχή που θα μπει μάλιστα στη δοκιμασία της επιστημονικής έρευνας για την επιβεβαίωση ή την απόρριψή της, εμπεριέχει την ενσυνείδητη επιβολή της θέσης περί της αναγκαιότητας ύπαρξης του ΟΔΣ. Σε αυτήν την περίπτωση όμως αποκλείεται από την επιστημονική διερεύνηση το θέματος του ΟΔΣ δηλαδή της μεταμεσημβρινής απασχόλησης των παιδιών, το πλαίσιο της ριζικά διαφορετικής πρότασης για την οργάνωση του σχολικού δικτύου ( αναδιοργάνωση της δομής, του περιεχομένου και της λειτουργίας του σχολείου). Ενός σχολείου ενιαίου, σύγχρονου και δημοκρατικά οργανωμένου, όπως αυτό του Ενιαίου, 12χρονου, Δημόσιου και Δωρεάν Σχολείου που προτείνει το ΠΑΜΕ. Αντί η έρευνα να λάβει υπόψη της όλα τα θεωρητικά πλαίσια που αφορούν το συγκεκριμένο θέμα, η βασική ερευνητική υπόθεση, περιορίζει ασφυκτικά το υπό εξέταση φαινόμενο που είναι οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών που εργάζονται σε ΟΔΣ και των γονέων που στέλνουν τα παιδιά τους σε αυτό, θεωρώντας το μία αδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα. Το γεγονός αυτό εξηγεί την παραπέρα διάρθρωση και ανάπτυξη της έρευνας.
Η ίδια όμως η έρευνα καταλήγει και σε ορισμένα αντιφατικά συμπεράσματα.
Σε σχέση με τις αντιλήψεις των γονέων: Περιλαμβάνεται η εκτίμηση ότι το ΟΔΣ δεν ικανοποιεί τις παιδαγωγικές ανάγκες των παιδιών αφού απλώς προετοιμάζει τα παιδιά στα μαθήματα της επόμενης μέρας. Αυτό το συμπέρασμα όμως αντιφάσκει με το γενικό συμπέρασμα της έρευνας ότι οι γονείς, σε αντίθεση με τους εκπαιδευτικούς, εμφανίζονται ικανοποιημένοι με το ωράριο λειτουργίας του ΟΔΣ και είναι ευχαριστημένοι με τον τρόπο σίτισης των παιδιών τους. Πώς όμως μπορεί να ικανοποιεί το ολοήμερο τις κοινωνικές ανάγκες των γονέων όταν αυτοί δεν είναι ευχαριστημένοι με τις παιδαγωγικές τους αρχές, παρά μόνο με το ότι τα παιδιά τους φυλάσσονται το διάστημα που αυτοί εργάζονται; Από πότε η σίτιση ή η φύλαξη των παιδιών δεν έχει παιδαγωγικό παρά μόνο κοινωνικό – προνοιακό χαρακτήρα; Και τι σχέση μπορεί να έχει με την πραγματικότητα η διαπίστωση ότι οι γονείς είναι γενικά ευχαριστημένοι με τη σίτιση των παιδιών τους, όταν αυτοί μαγειρεύουν το φαγητό αποβραδίς (όταν κι όποτε το κάνουν αυτό) και στο σχολείο ο δάσκαλος απλώς το ξαναζεσταίνει; Δηλαδή οι γονείς είναι ευχαριστημένοι που τα παιδιά τους τουλάχιστον δεν μένουν νηστικά! Από τα ίδια τα ερωτήματα της έρευνας έπρεπε να γίνει σαφές στους γονείς η τεράστια διαπαιδαγωγητική αξία της απασχόλησης και της σίτισης των παιδιών. Επιπρόσθετα δεν τίθεται από την έρευνα το ερώτημα προς τους γονείς σχετικά με το τι γνώμη έχουν κι αν γνωρίζουν ότι τα παιδιά τους απασχολούνται δημιουργικά από ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς που αμείβονται με 7 ευρώ την ώρα και καλύπτουν ωράριο σε δυο και τρία σχολεία την ημέρα, έτσι ώστε να τοποθετηθούν απέναντι στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει κάτι τέτοιο στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους.
Σε σχέση με τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών: Στην έρευνα επισημαίνεται «η έλλειψη και ανεπάρκεια της υλικοτεχνικής υποδομής του ολοήμερου, κυρίως από τους εκπαιδευτικούς» (άραγε το επίρρημα «κυρίως» τι υποδηλώνει, ότι οι γονείς είναι γενικά ευχαριστημένοι;) και ότι αναδεικνύουν ως ένα από τα μεγάλα προβλήματα του ΟΔΣ την ανεπαρκή επιμόρφωσή τους. Δηλαδή η ελλιπής επιμόρφωση φταίει που δεν τοποθετούνται οι ειδικότητες στην ώρα τους , που συλλειτουργούν τα τμήματα του ΟΔΣ σε αίθουσες με κανονικά τμήματα, που δεν επιχορηγούνται οι σχολικές επιτροπές επαρκώς για προμήθεια εξοπλισμού; Στα συμπεράσματα της έρευνας περιλαμβάνεται, επίσης, η εκτίμηση ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι στο ολοήμερο φοιτούν οι μέτριοι μαθητές, γεγονός που ερμηνεύεται ως απαξίωση του θεσμού. Αυτό όμως συνεπάγεται και ένα άλλο συμπέρασμα το οποίο δεν περιλαμβάνεται στην έρευνα και αφορά τους λόγους που οι γονείς των «καλών» μαθητών δεν αφήνουν τα παιδιά τους στο ολοήμερο: Δεν δουλεύουν οι μητέρες γιατί δεν έχουν οικονομική ανάγκη, θέλουν να μελετήσουν οι ίδιοι τα παιδιά τους ή προσλαμβάνουν εκπαιδευτικούς σε ιδιαίτερα μαθήματα, έχουν την οικονομική άνεση ή το μορφωτικό κεφάλαιο ώστε να αντιλαμβάνονται ότι το παιδί τους χρειάζεται να ενασχοληθεί περισσότερο και με άλλες «δραστηριότητες», όπως Ξένες Γλώσσες, Μουσική, Χορό, Αθλητισμό, Υπολογιστές, αντικείμενα που το δημόσιο σχολείο δεν προσφέρει με επάρκεια και κατά συνέπεια καταφεύγουν στον ιδιωτικό τομέα. Το θέμα κατά συνέπεια δεν είναι ο ταξικός χαρακτήρας του συγκεκριμένου Ολοήμερου Σχολείου, όπως επιχειρείται να συναχθεί ως συμπέρασμα από την έρευνα, αλλά συνολικά ο ταξικός χαρακτήρας του σχολείου και της εκπαίδευσης γενικότερα που αντανακλάται και στο επίπεδο του Ολοήμερου σχολείου και μάλιστα περισσότερο έκδηλα. Ταυτόχρονα στην έρευνα γίνεται γνωστό ότι οι εκπαιδευτικοί αναδεικνύουν τη θετική συνεργασία των μαθητών μεταξύ τους, παρότι προέρχονται από διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα. Δηλαδή τι υπονοείται; Ότι οφείλεται στην ύπαρξη του Ολοήμερου μια τέτοια συνεργασία και αν δεν υπήρχε το ΟΔΣ δεν θα καλλιεργούνταν τέτοιες αξίες στο σχολείο;
Συμπερασματικά, η έρευνα του ΙΝΕ- ΓΣΕΕ και του ΙΠΕΜ- ΔΟΕ, δεν μπορεί να θεωρείται αξιόπιστη και πλήρης στο σύνολό της, από τη στιγμή που ξεκινά με συγκεκριμένες θεωρητικές, οικονομικές και πολιτικές παραδοχές που εξυπηρετούν τις σύγχρονες ανάγκες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης στα πλαίσια της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, αγνοεί άλλες μορφές εκπαιδευτικών συστημάτων που άφησαν πολύτιμη εμπειρία στην ανθρωπότητα, που θεωρεί σχολικούς θεσμούς οι οποίοι επιβάλλονται από την πολιτική της ΕΕ στο χώρο της εκπαίδευσης ως δεδομένους και κατά βάση θετικούς, οι οποίοι πάσχουν μεν, αλλά αυτό είναι μια κατάσταση που μπορεί να ξεπεραστεί με επιμέρους βελτιώσεις. Γενικότερα, η έρευνα αγνοεί τον ταξικό χαρακτήρα του σχολείου στον καπιταλισμό, το σκοπό ύπαρξης αυτού του ταξικού χαρακτήρα, το ρόλο του σχολείου μέσα στα συγκεκριμένα οικονομικοκοινωνικά πλαίσια και μάλιστα στις σύγχρονες συνθήκες αναπαραγωγής του κεφαλαίου, αντιλαμβάνεται τις ταξικές διαφοροποιήσεις μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα, όχι σαν τη βασική συνιστώσα αυτού του συστήματος, αλλά σαν αποτέλεσμα δυσλειτουργιών που εξαρτώνται από μια «καλή» ή «κακή», «ικανή» ή «μη ικανή», «πράσινη» ή «μπλε» διακυβέρνηση. Εν κατακλείδι, η έρευνα του ΙΝΕ- ΓΣΕΕ, ενώ αφήνει την εντύπωση ότι κάνει κριτική στην εκπαιδευτική πολιτική των κυβερνήσεων των τελευταίων χρόνων σε σχέση με το Ολοήμερο Σχολείο, ουσιαστικά και με βάση τα παραπάνω δικαιώνει την εφαρμοζόμενη αντιεκπαιδευτική πολιτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ .

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αποχαιρετιστήρια ομιλία στους μαθητές της ΣΤ΄ τάξης

Οργανικός και Λειτουργικός Αναλφαβητισμός: Εννοιολογικοί προσδιορισμοί

Ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ για παιδιά στα σχολικά εγχειρίδια. Ερμηνευτική και διδακτική προσέγγιση στο ποίημα της ΣΤ΄ τάξης "Οι Χτίστες". Nazim Hikmet's poems for children in school textbooks. Interpretative and didactic approach in the sixth grade poem by "Builders"