Αναλφαβητισμός: Η επανεμφάνιση ενός ξεχασμένου προβλήματος, προϊόν και δημιούργημα των ταξικών- εκμεταλλευτικών κοινωνιών

Η ετήσια έκθεση της UNICEF για το 1999 ανέφερε ότι 113 εκατομμύρια παιδιά δεν φοιτούν στο σχολείο, ενώ σύμφωνα με τους υπολογισμούς της UNESCO και του ΟΗΕ πάνω από 850 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως, είναι ανίκανοι να διαβάσουν το όνομά τους ή να υπογράψουν με αυτό, αδυνατούν να συμπληρώσουν την απλούστερη αίτηση ή να διαβάσουν τις οδηγίες χρήσης ενός φαρμάκου. Στην Ελλάδα και με βάση τα αποτελέσματα της απογραφής του 2001 και σε σύνολο 9.887.737 ατόμων άνω των 10 ετών, δηλώνουν ότι δε γνωρίζουν να διαβάζουν οι 374.191 (ποσοστό 3,8%). Υπάρχουν επίσης 864.533 άτομα που δεν έχουν τελειώσει το Δημοτικό Σχολείο και δηλώνουν ότι κατέχουν στοιχειωδώς το μηχανισμό της γραφής και της ανάγνωσης, ενώ όσοι είναι κάτοχοι απολυτηρίου Δημοτικού και θεωρούνται από την ΕΣΥΕ ότι συγκαταλέγονται στους αλφαβητισμένους ανέρχονται σε 3.152.144 (31,9%), που αποτελούν την πολυπληθέστερη απ’ όλες τις κατηγορίες εκπαίδευσης. Έτσι, το σύνολο των υποεκπαιδευμένων ανθρώπων στον τόπο μας, δηλαδή των οργανικά και λειτουργικά αναλφάβητων, ανέρχονται σε 4.390.868 που αντιπροσωπεύουν το 44,4% επί του συνόλου. Αν τώρα βασιστούμε σε έναν άλλο ορισμό του λειτουργικού αναλφαβητισμού που θεωρεί ότι πρέπει να συγκαταλέγονται στην κατηγορία αυτή κι όσοι έχουν απλώς τελειώσει το Γυμνάσιο, τότε προστίθενται κι άλλοι 1.164.250, ανεβάζοντας έτσι το σύνολο των υποεκπαιδευμένων στους 5.555.118 που αποτελούν το 56,2% επί του συνόλου. Όπως και να προσεγγισθεί, όμως, η σύνθεση του αναλφάβητου και υποεκπαιδευμένου πληθυσμού στη χώρα μας και διεθνώς, ο αναλφαβητισμός αναδεικνύεται σε ένα από τα πιο δύσκολα κοινωνικά προβλήματα με συνέπειες στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή. Στη βάση αυτή το πρόβλημα του αναλφαβητισμού θεωρείται ότι είναι πολυσύνθετο και ότι για την αντιμετώπισή του απαιτείται ένας συνδυασμός δράσεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Ειδικά για χώρες, όπως η Ελλάδα, οι πολιτικές αυτές, αντικειμενικά, εντάσσονται στα πλαίσια της άσκησης ευρύτερων κοινωνικών πολιτικών, με σκοπό τη στήριξη των χαμηλών και μειονεκτούντων κοινωνικών στρωμάτων που βρίσκονται στις παρυφές της εγγράμματης κοινωνίας και τη ρήξη του κύκλου της σωρευτικής αιτιότητας που τα οδηγούν στην «αγραμματοσύνη». Στις μέρες μας, η από τα πάνω επιβολή αποκεντρωτικών μοντέλων λειτουργίας του κράτους στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης του ελληνικού καπιταλισμού, η έλλειψη κοινωνικού κράτους και η αποδόμηση όποιων μορφών κοινωνικής προστασίας αυτό παρείχε, η κρίση του εργατικού κινήματος τόσο στο να θέτει στόχους που να προστατεύουν και να διευρύνουν τις κατακτήσεις των λαϊκών στρωμάτων, όσο και στη μαζικοποίησή του, οι νέες ευέλικτες μορφές εργασιακών σχέσεων, η διόγκωση της ανεργίας, η απουσία υποστηρικτικών δομών ενίσχυσης των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, αποδυναμώνουν τις προσπάθειες εφαρμογής ενεργητικών πολιτικών καταπολέμησης του αναλφαβητισμού. Ταυτόχρονα, τα προβλήματα αυτά, διογκώνονται σ’ ένα περιβάλλον έντονων πληθυσμιακών ανακατατάξεων με τη μαζική εισροή των μεταναστών και των προσφύγων. Επιπλέον, και ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των πολιτικών αυτών, καταγράφεται, η σαφής απουσία της τοπικής κοινωνίας και των φορέων των εργαζομένων, με αποτέλεσμα να εξασθενίζει συνολικά το μέτωπο καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και να περιορίζεται στις επιμέρους αναποτελεσματικές προσπάθειες που αναλαμβάνονται από τo κεντρικό κράτος στα πλαίσια των ευρωπαϊκών και εθνικών προγραμμάτων. Είναι προφανές ότι με την παραπάνω προσέγγιση, το ενδιαφέρον μας δεν εστιάζεται αποκλειστικά στις εκπαιδευτικές διαστάσεις του αναλφαβητισμού, παρόλο που αυτές εξακολουθούν να θεωρούνται, ως πρωταρχικές. Το πρόβλημα της αδυναμίας εφαρμογής ενεργητικών πολιτικών αντιμετώπισης του φαινομένου είναι κατά βάση πολιτικό. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις, είτε θεωρούσαν περιττή μια προσπάθεια για την επίτευξη του βασικού αλφαβητισμού του συνόλου του ελληνικού λαού γιατί αυτή δεν ήταν απαραίτητη με το μοντέλο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού (πχ. αγροτικές μάζες με μικρό κλήρο, μη βιομηχανοποιημένη αγροτική παραγωγή), είτε όσες προσπάθησαν (πχ. μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις) προσέκρουαν στις αντιφάσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης και των γενικότερων συμφερόντων της άρχουσας τάξης της χώρας μας που δεν μπορούσαν να αποδεχθούν ότι το θέμα της επίλυσης του αναλφαβητισμού εντάσσεται σε μια συνολικότερη προσπάθεια μορφωτικής και πνευματικής αναγέννησης του ελληνικού λαού. Από την άλλη πλευρά και όπως θα σημειώσουμε αναλυτικά στα επόμενα κεφάλαια, η υπόθεση της αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού, δεν αποτελεί αντικείμενο κοινωνικής και πολιτικής παρέμβασης που λύνεται αποκλειστικά μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά είναι ένα θέμα που επιδέχεται πολλαπλές παρεμβάσεις, όπως για παράδειγμα με τη θεσμοθέτηση της εκπαίδευσης ενηλίκων και της αναμόρφωσης του πλαισίου δράσης της λαϊκής επιμόρφωσης που πρέπει να περάσει στην αρμοδιότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης. Επίσης επιβάλλεται τα εργατικά συνδικάτα να στρέψουν το ενδιαφέρον τους στην αντιμετώπιση της υποεκπαίδευσης των μελών τους σε δύο κατευθύνσεις: Αρχικά με τη μορφή διεκδίκησης από το κεντρικό κράτος πόρων και προγραμμάτων και αφετέρου με πρωτοβουλίες που μπορούν να αναλάβουν τα ίδια για την καταγραφή του αναλφαβητισμού στο εσωτερικό τους και την αύξηση του μορφωτικού κεφαλαίου της εργατικής τάξης, εφόσον αυτή η παράμετρος εκλαμβάνεται ως βασικό στοιχείο για την πολιτική και κοινωνική χειραφέτησή της. Τι καταδείχνει, όμως, σήμερα, η πραγματικότητα της υλοποίησης προγραμμάτων που στοχεύουν στην εκπαίδευση του πληθυσμού της χώρας; Ότι στο σύνολό τους, κατευθύνονται στην μετεκπαίδευση των εγγράμματων τμημάτων του πληθυσμού, κυρίως, μέσα από τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης για την καταπολέμηση της ανεργίας και αντικειμενικά εντάσσονται ως μέρος για τη δημιουργία μισοκαταρτισμένων και ημιαπασχολήσιμων εργαζομένων. Το γεγονός και μόνο, ότι τα συλλογικά όργανα της κεντρικής εξουσίας, αποκλείουν και τοποθετούν στο περιθώριο της επιμόρφωσης και της βασικής κατάρτισης τα αναλφάβητα και υποεκπαιδευμένα τμήματα του πληθυσμού, εντείνοντας έτσι τον κοινωνικό αποκλεισμό τους (πρόταση που είναι προς απόδειξη στην παρούσα έρευνα), ενισχύει τις αρχικές θεωρήσεις για τον πολιτικό χαρακτήρα του αναλφαβητισμού, ως κοινωνικού φαινομένου. Μια ριζοσπαστική αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού θα βάλει σε πρώτο πλάνο αντιφάσεις, η αντιμετώπιση των οποίων θα απαιτήσει διεργασίες συλλογικές: • Πώς θα συμβιβαστεί για παράδειγμα, ο εκσυγχρονισμός της παιδείας και η ανάπτυξη της τεχνολογίας – απαραίτητες προϋποθέσεις για μια αυτόνομη εθνική πολιτική- και το όραμα για μια λαϊκή παιδεία ανοιχτή σε όλους, όταν πάνω από το μισό του ενήλικα πληθυσμού είναι υποεκπαιδευμένο ή αναλφάβητο; • Πώς εκτιμάται και αξιολογείται η γνώση και η ικανότητα των ίδιων των κοινωνικών φορέων, κρατικών και μη, που καθορίζουν το είδος και την ποιότητα της ενσωματωμένης, στο συγκεκριμένο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, αντισταθμιστικής πολιτικής για την αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού; • Με ποιο τρόπο (δεν) εμπλέκεται η τοπική κοινωνία και οι φορείς των εργαζομένων στη συνδιαμόρφωση πολιτικών αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού; • Μπορεί να θεωρηθεί ως αποτελεσματική μια πολιτική αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού χωρίς αυτή να συνδεθεί με γενικότερες πολιτικοοικονομικές αλλαγές και άμεσα συνδεδεμένο με το όραμα για μια λαϊκή παιδεία σε μια άλλη κοινωνία; • Ποια είναι τα ακριβή χαρακτηριστικά των κοινωνικών ομάδων που είναι αναλφάβητα (οργανικά, λειτουργικά, τεχνολογικά); • Εντάσσονται οι αναλφάβητοι στις κοινωνικές ομάδες που βρίσκονται σε διαδικασία κοινωνικού αποκλεισμού; Η τοποθέτηση απέναντι στα παραπάνω ερωτήματα, αναδεικνύει, επίσης, δύο βασικά ζητήματα: α) Ο πολιτικός χαρακτήρας του φαινομένου του αναλφαβητισμού, εκλαμβάνεται, πέρα κι έξω από την κυρίαρχη αντίληψη της κοινωνίας, που μετατοπίζει τον αναλφαβητισμό στο πεδίο των «ατομικών διαφορών» μεταξύ των ανθρώπων («δεν παίρνει τα γράμματα»), παρόλο που αναγνωρίζεται η σπουδαιότητα της μόρφωσης («άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο») και β) Αν ο αναλφαβητισμός χαρακτηρίζει το περιορισμένο ή ανύπαρκτο επίπεδο εκπαίδευσης των «κατώτερων» κοινωνικών στρωμάτων που ενυπάρχουν και διαχέονται τόσο στα τμήματα της εργατικής τάξης της χώρας μας, όσο και των φτωχών στρωμάτων της υπαίθρου, τότε το καθήκον των μορφωμένων και εγγράμματων δυνάμεων του τόπου, που διαχέονται σε όλους τους κοινωνικούς χώρους και σε όλες τις μορφές συλλογικής οργάνωσης, είναι να μπουν μπροστά και να ενισχύσουν τις προσπάθειες ανατροπής αυτής της κατάστασης. Το ανύπαρκτο ή χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης ενός τμήματος του ελληνικού λαού είναι συνάρτηση και αποτέλεσμα πολλαπλών κοινωνικών παραγόντων και υπό την έννοια αυτή, οι ευθύνες για την αντιμετώπισή του καταμερίζονται σε όλους τους κοινωνικούς χώρους. Ο καταμερισμός αυτός, όμως, δεν μπορεί να αγνοήσει το πραγματικό και κυρίαρχο γεγονός, δεν έχει την ίδια αφετηρία: πολιτικές καταπολέμησης του αναλφαβητισμού, από ποιους, σε ποιους και για ποιο σκοπό; Με άλλα λόγια, για ποιο λόγο επιβάλλεται «να μάθει γράμματα» και ο τελευταίος Έλληνας πολίτης; Για να μπορεί να παρακολουθεί τις τεχνολογικές αλλαγές της σύγχρονης οργάνωσης της εργασίας που επιβάλλει το Κεφάλαιο και μέσα σ’ ένα γενικευμένο καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας, απεμπόλησης του δικαιώματος για σταθερή εργασία και καταπάτησης των εργατικών δικαιωμάτων να μετατραπεί σε φθηνή και ευάλωτη εργατική δύναμη; Ή γιατί το «να ξέρει γράμματα» θεωρείται το προαπαιτούμενο για τη μορφωτική του ανάταση και την ισότιμη ένταξή του στις οργανωμένες διαδικασίες του ταξικού εργατικού κινήματος με σκοπό την αμφισβήτηση του υπάρχοντος καπιταλιστικού συστήματος; Επιβάλλεται, επόμενα, η δημιουργία βιώσιμων θεσμών για την αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού, με την ενεργό εμπλοκή του κράτους, της τοπικής κοινωνίας και των φορέων των εργαζομένων, χωρίς βέβαια να αγνοείται ότι κάθε κοινωνικός θεσμός που διαμορφώνεται ιστορικά, μέσα από τις ιδιαίτερες εθνικές, κοινωνικές και πολιτικές διαδρομές, αποτελεί ένα κοινωνικό συμβιβασμό και αντανακλά τις παραδόσεις, την ιστορία, τις κοινωνικές αντιπαραθέσεις και την οικονομικοκοινωνική ανάπτυξη κάθε λαού και χώρας.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αποχαιρετιστήρια ομιλία στους μαθητές της ΣΤ΄ τάξης

Οργανικός και Λειτουργικός Αναλφαβητισμός: Εννοιολογικοί προσδιορισμοί

Ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ για παιδιά στα σχολικά εγχειρίδια. Ερμηνευτική και διδακτική προσέγγιση στο ποίημα της ΣΤ΄ τάξης "Οι Χτίστες". Nazim Hikmet's poems for children in school textbooks. Interpretative and didactic approach in the sixth grade poem by "Builders"