Η διερεύνηση των σχέσεων ανάμεσα στον αναλφαβητισμό και στον κοινωνικό αποκλεισμό - Exploring the links between illiteracy and social exclusion


Η διερεύνηση των σχέσεων ανάμεσα στον αναλφαβητισμό και στον κοινωνικό αποκλεισμό, προϋποθέτει την αποσαφήνιση της έννοιας του κοινωνικού αποκλεισμού, όρος που εμφανίζεται ολοένα και συχνότερα στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία. Ο όρος «κοινωνικός αποκλεισμός» αποτελείται από δυο λέξεις-κλειδιά φορτισμένες με ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτική σημασία: το ουσιαστικό «αποκλεισμός» (exclusion) προσδιορίζει την κύρια έννοια του όρου. Προέρχεται από το ρήμα «αποκλείω» (exclude) με το οποίο μπορούν να αποδοθούν διάφορες σημασίες. Πρώτα απ’ όλα στην κυριολεκτική σημασία της λέξης σηματοδοτείται η απαγόρευση ή η παρεμπόδιση εισόδου ή εξόδου από μια φυσική- κοινωνική πραγματικότητα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η χρήση του «αποκλείω» και του «αποκλεισμός» εμπεριέχει τη συνειδητή άρνηση για ισότιμη συμμετοχή σε αυτήν την πραγματικότητα, όπως την απαγόρευση συμμετοχής σε διαγωνισμό, σε αγώνες, την παρεμπόδιση κίνησης ή μεταφοράς κλπ. Η χρήση του παραπάνω όρου είναι συνήθης τόσο στην καθημερινή γλώσσα όσο και στην ειδική επιστημονική ορολογία. Έχει δε μεγάλη απήχηση και χρησιμοποιείται με ευκολία στη γλώσσα του τύπου κι αποτυπώνεται σε αρκετά από τα δημοσιεύματά του. Κάτοικοι των Σποράδων: Μπλόκο στον αποκλεισμό εξαιτίας της ανεπαρκούς σύνδεσης των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα» (Ελευθεροτυπία, 9-9-2002), «Απέκλεισαν στη Βουλγαρία το κόμμα του πρώην Βασιλιά» (Ελευθεροτυπία, 24-4-2001), «Διήμερος αποκλεισμός της Πετρόλα με αφορμή τους 14 νεκρούς από το εργατικό ατύχημα» (Ριζοσπάστης, 6-6-2001). Για να μπορεί, όμως, ο όρος «αποκλεισμός» να αποδώσει με επάρκεια την κατάσταση της παρεμπόδισης στο επίπεδο των λειτουργιών μιας κοινωνίας, χρησιμοποιείται ο επιθετικός προσδιορισμός «κοινωνικός» (social) που αναφέρεται στο είδος του αποκλεισμού. Έτσι με τον όρο κοινωνικός αποκλεισμός (social exclusion) αναφερόμαστε σε μια δεδομένη κοινωνική πραγματικότητα στην οποία αποθεμελιώνονται τα βασικά κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά δικαιώματα, αγαθά και υπηρεσίες. Οι Walker και Walker επισημαίνουν ότι παρόλο που ο κοινωνικός αποκλεισμός στην περίπτωση της Βρετανίας αναφέρεται στη φτώχεια και στην έλλειψη ευκαιριών, ειδικά στο εισόδημα, η δυναμική του συνεισφορά συνίσταται στο ότι μπορεί να ειδωθεί ως άρνηση των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του πολίτη, (Walker and Walker, Britain Divided: The Growth of Social Exclusion in the 1980s and 1990s, London, Child Poverty Action Group, 1997, σ. 8). Στη φάση του ανεπτυγμένου αστικού κράτους κι αναφορικά με αυτά τα δικαιώματα, προϋπόθεση τίθεται η ύπαρξη ενός κράτους δικαίου στο οποίο κι αναγνωρίζονται. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όταν ο αποκλεισμός μεταφέρεται στο πεδίο της ερμηνείας μερών και καταστάσεων της κοινωνικής πραγματικότητας, συνάδει με την έννοια του «παρεμποδίζω» και της «παρεμπόδισης» (obstruction), δηλαδή της εθελούσιας άρνησης για την επίτευξη ενός σκοπού από τη μεριά των οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά ισχυρών κοινωνικών ομάδων προς τις λιγότερο, ως προς αυτή τη δύναμη, ομάδες. Κορυφαία έκφραση αυτής της παρεμπόδισης στο οικονομικό πεδίο είναι η ανισότιμη κατανομή και κατοχή του ανθρώπινου πλούτου, ως αποτέλεσμα της ανισομερούς ανάπτυξης στο σύγχρονο κόσμο σε συνθήκες της παγκοσμιοποίησης. «Το πρόβλημα των αγροτικών επιδοτήσεων που προσφέρουν οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης στους παραγωγούς τους (που φτάνουν τα 320 δις. δολάρια ημερησίως) ουσιαστικά αποτελούν την αιτία αποκλεισμού των αναπτυσσόμενων αγροτικών οικονομιών από το παγκόσμιο εμπόριο αγροτικών προϊόντων», (βλ. εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 14-9-2003). Στην περίπτωση του πολιτικού με τον όρο κοινωνικός αποκλεισμός, η αναφορά ερμηνεύεται με την ολοκληρωτική ή την εν μέρει άρνηση του δικαιώματος συμμετοχής σε μια δραστηριότητα ή ενέργεια κοινωνικού, πολιτικού ή οικονομικού περιεχομένου. Ορισμένα από τα δημοσιεύματα είναι χαρακτηριστικά: α) Γράφει η εφημερίδα «El Pais» (αναδημοσίευση από την εφημ. «Αυγή», 17-8-2004) με τίτλο «Πανηγυρίζουν οι αποκλεισμένοι» και με αφορμή τις εκλογές για την ανανέωση της θητείας του προέδρου Τσάβες: «Η μεγάλη μάζα των αποκλεισμένων από το παραδοσιακό σύστημα είναι πεισμένη ότι αν «πετάξει έξω» τον πρόεδρο, κανείς δεν θα ασχοληθεί μαζί τους. Όπως λένε χαρακτηριστικά, «γίναμε άνθρωποι μετά τον Τσάβες. Από την άλλη πλευρά, η μεσαία και η ανώτερη τάξη θεωρεί ότι ο λαϊκιστής πρόεδρος με τις πολιτικές του αποφάσεις απέκλεισε εκείνη από το σύστημα. Εξ ου και ο διχασμός της κοινωνίας». β) «Αν η κυβέρνηση παραμείνει ακίνητη, αν συνεχίσει την ίδια συναινετική πολιτική, τη «δαντελένια» πολιτική απέναντι στους «βαρόνους» της διαπλοκής, τη διαφθορά και το «σύστημα», ενώ συνεχίζονται και εντείνονται οι κοινωνικοί αποκλεισμοί του παρελθόντος, τότε το φθινόπωρο μας περιμένουν οδυνηρές εκπλήξεις», (βλ. Γ. Τράγκας, εφημ. «ΧΩΡΑ», 23-7-2004 Στην περίπτωση του πολιτιστικού, ο όρος αναφέρεται στα εμπόδια που ορθώνονται από τον κυρίαρχο πολιτισμό των ισχυρών κοινωνικών τάξεων στη διάδοση του πολιτισμού. Εδώ εντάσσονται τα παραδείγματα της διάκρισης των πολιτισμικών και οικονομικών μειονοτήτων (πχ. αθίγγανων, μεταναστών, προσφύγων) ΕΞΑΡΧΟΣ Γ., Κοινωνικός Αποκλεισμός των Τσιγγάνων, στο Κοινωνικός Αποκλεισμός: Η Ελληνική Εμπειρία, ΚΕ.Μ.ΚΟ.ΠΟ.Π., GUTENBERG, Αθήνα, 1998, σελ. 193-220, ΨΗΜΜΕΝΟΣ Ι., Δημιουργώντας Χώρους Κοινωνικού Αποκλεισμού: Η Περίπτωση των Αλβανών Ανεπίσημων Μεταναστών στο Κέντρο της Αθήνας, στο ίδιο, σελ. 221-274, Εφημ. Ελευθεροτυπία, Θρανίο μετ’ εμποδίων για τα Τσιγγανόπουλα, 8-3-2004. και των ΑΜΕΑ. «Τοπίο αναψυχής ή κοινωνικού αποκλεισμού;». Στα Λαδάδικα Θεσσαλονίκης οι καταστηματάρχες και οι κάτοικοι της περιοχής αντέδρασαν στην προσπάθεια δημιουργίας Κέντρου Απεξάρτησης: «Όλοι αυτοί οι διαχειριστές δεν διστάζουν να συμπεριφέρονται ως προαιώνιοι και φυσικοί δικαιούχοι, διχάζοντας και αποκλείοντας τον πληθυσμό». «Νόμοι ασπίδα στον κοινωνικό αποκλεισμό λόγω γονιδιακής ταυτότητας» (βλ. εφ. Ελευθεροτυπία, 15-1-2001). Επίσης και στην εφημερίδα «Τα Νέα» (17-11-2001) αναφέρεται ότι με βάση τις καινοτόμες εφαρμογές των νέων τεχνολογιών δίνονται οι τη δυνατότητες στους τυφλούς, όπως στο Φάρο Καλλιθέας, να άρουν τον κοινωνικό αποκλεισμό και την απόρριψη που υφίστανται μετέχοντας ενεργά στο ηλεκτρονικό δίκτυο επικοινωνίας Η έκφραση «κοινωνικός αποκλεισμός» σχετίζεται άμεσα με την αντιπαράθεση σχετικά με το περιεχόμενο των κοινωνικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν στην Ευρώπη τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 και είχαν ως πεδίο αναφοράς τους «απόκληρους» (underclass) της μεταβιομηχανικής κοινωνίας. Ο Madanipour αναφέρεται στο ότι ο «κοινωνικός αποκλεισμός είναι προσδιορισμένος ως μια πολυδιάστατη διαδικασία μέσα στην οποία ποικίλα είδη αποκλεισμού συγκαταλέγονται, όπως η (περιορισμένη) συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, η περιορισμένη πρόσβαση στη διαμόρφωση των πολιτικών διαδικασιών, η μη πρόσβαση στην εργασία και κατ’ αυτόν τον τρόπο στον υλικό πλούτο της κοινωνίας». MADANIPOUR A, Social Exclusion and Space, στο A. MADANIPOUR, G. Cars and J. Allen (eds) Exclusion in European Cities. London: Jessica Kingsley, σ. 22. Παρά τη γενικευμένη χρήση του τα τελευταία χρόνια, ο κοινωνικός αποκλεισμός, ως όρος και έννοια και σε αντίθεση με τον αναλφαβητισμό, συναντάται πολύ δύσκολα στα ευρετήρια ύλης των κοινωνιολογικών λεξικών και των εγκυκλοπαιδειών. Επίσης, και στην καθημερινή γλώσσα, δε συναντάται με την ίδια συχνότητα η φράση «κοινωνικά αποκλεισμένος», σε αντίθεση με τη φράση «αναλφάβητος» ή «αγράμματος». Αλλά και μέσα στον καθεαυτό επιστημονικό λόγο δεν παρατηρείται μια καθολική συμφωνία στη χρήση του όρου. Αυτή η εννοιολογική ασυμφωνία εκφράζει και τις δυσκολίες προσέγγισης και περιγραφής του φαινομένου. Μπορεί στον καθεαυτό επιστημονικό λόγο και στη δημοσιογραφική γραφή με τον όρο «κοινωνικός αποκλεισμός» να προσδιορίζεται μια αρνητική κατάσταση, για τη σχέση ενός ατόμου ή μιας κοινωνικής ομάδας με το κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά αυτό εξαντλείται είτε μόνο μέσα από την περιγραφή των ομάδων και των καταστάσεων που συνδέονται με αυτόν, χωρίς να γίνεται αναφορά στους μηχανισμούς και στις διαδικασίες διαμόρφωσης του φαινομένου. Από την άλλη πλευρά, η θεώρηση του κοινωνικού αποκλεισμού ως ιδιαίτερου ερευνητικού αντικειμένου πήρε εξαρχής πολιτικά χαρακτηριστικά, εξαιτίας, της άμεσης εμπλοκής των κρατικών και ευρωπαϊκών οργάνων και φορέων. Στις θεωρήσεις επίσημων φορέων και οργανισμών, όπως για παράδειγμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιχειρείται να γίνει αναφορά τόσο στις περιγραφόμενες ομάδες, όσο και στις διαδικασίες και στα αίτια που προκαλούν το φαινόμενο πχ. τον αναλφαβητισμό. Η πρώτη αναφορά εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου χρονολογείται από το 1975 κι αναφερόταν στα «άτομα ή οικογένειες των οποίων, οι πόροι είναι τόσο μικροί, ώστε να αποκλείονται από το ελάχιστο αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης της χώρας στην οποία ζουν», (αναφέρεται από τον Γ. Τσιάκαλο, στο Κοινωνικός Αποκλεισμός: Ορισμοί, Πλαίσιο και Σημασία, ΚΕΚΜΟΚΟΠ, σελ. 55, ως παραπομπή από το STROBEL, Pierre, From Poverty to exclusion: a wage- earning society of human rights? International Social Science Journal. 148, June, 1996, 173-189). Η επίσημη πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ανάγκη αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού υιοθετήθηκε στις 13 Μαΐου 1982. Δέκα χρόνια αργότερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε μια πρόταση για την εξάλειψη του αναλφαβητισμού (Α3- 400/92) με την οποία καλούσε την Κοινότητα αλλά και τις υπηρεσίες κάθε χώρας να αξιοποιήσουν κάθε δυνατότητα για την καταγραφή του προβλήματος με σκοπό τη ριζική εξάλειψή του. Τα βασικά προβλήματα που ορθώθηκαν μπροστά σε αυτήν την κατάσταση σχετίζονταν με την απουσία ολοκληρωμένων δεδομένων και στατιστικών στοιχείων σχετικά με τον αναλφαβητισμό ταυτόχρονα με την έλλειψη διεθνών ανταλλαγών κι εμπειριών, εξαιτίας των διαφορετικών κριτηρίων που έμπαιναν για κάθε χώρα. Στις 5 Ιουλίου 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανακοίνωσε ότι η Επιτροπή Εργασιακών και Μορφωτικών Υποθέσεων κατάρτισε ειδική αναφορά σε εφαρμογή της απόφασης 163 σχετικά με τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, εξουσιοδοτώντας την Marie-Thirθse Hermange να την ανακοινώσει στις 15 Φεβρουαρίου 2001. Παράλληλα και στα πλαίσια της αντιμετώπισης της υποεκπαίδευσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Λισσαβόνα απέδωσε μεγάλη σημασία στη δια βίου εκπαίδευση και σε δράσεις που αντιμάχονται τον κοινωνικό αποκλεισμό (“Promoting social exclusion.” (παράγραφοι 32 και 33 των συμπερασμάτων) και στη σύνδεση της αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού με τη φτώχεια. Στις 7 Φεβρουαρίου του 2002, το Κοινοβούλιο καλεί την Commission να καθιερώσει ειδικά κριτήρια τα οποία να αποτυπώνουν σε πίνακες την έκταση κάθε χώρας σχετικά με τον αναλφαβητισμό και να επαναδιατυπώσει το Πράσινο Βιβλίο σχετικά με τους κινδύνους που απορρέουν από τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό (βλ. EUROPEAN PARLIAMENT: Measures to promote social integration: Parliament resolution on illiteracy and social exclusion, Bulletin EU 1/2- 2002). Επίσης, στη Σκοτία η Anna Brychan, συμφωνώντας με τον Jill Evans, μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Απασχόληση και τα Κοινωνικά δικαιώματα σημειώνει ότι: «Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο αναλφαβητισμός δημιουργεί ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που ζουν με σχετική ασφάλεια κι έχουν ένα ανεκτό επίπεδο ζωής και σε αυτούς που βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση, με κύρια έκφραση την παρεμπόδιση από την αγορά εργασίας που ανυψώνει τον κοινωνικό αποκλεισμό», (βλ. Anna Brychan, Plaid Call For Strategy To Unlock The Future Of Canals In Wales). Την ίδια περίοδο αρχίζει να χρησιμοποιείται ο όρος κοινωνικός αποκλεισμός και από διεθνείς οργανισμούς και να συνδέεται με παγκόσμια προβλήματα, όπως είναι η φτώχεια, ο αναλφαβητισμός, το έιτζ κλπ. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα: «Σήμερα η έννοια της μόρφωσης δεν περιορίζεται στην ανάγνωση, τη γραφή και την κατανόηση θεμελιωδών επιστημονικών εννοιών: η εκπαίδευση πρέπει επίσης να προσφέρει πρόσβαση σε ειδικότητες αλλά και στην τεχνογνωσία που θα δίνει την ικανότητα στο άτομο να βρει τη θέση του /της στην κοινωνία. Πρέπει επίσης να υπάρξει ένα σχολείο δημοκρατίας, γιατί η ασφαλέστερη άμυνα της πόλης είναι οι μορφωμένοι και οι υπεύθυνοι πολίτες. Η εκπαίδευση πρέπει να είναι προσιτή σε όλα τα στάδια της ζωής, ώστε να δίνει μια «δεύτερη ευκαιρία» στους αποκλεισμένους και να προσφέρει σε κάθε άτομο τη δυνατότητα να προσαρμόζεται σε έναν κόσμο και σε ένα εργασιακό περιβάλλον που αλλάζουν. Πρέπει να προσφέρει πρόσβαση κατ’ αρχάς στη στοιχειώδη γνώση και ύστερα να κάνει διαθέσιμα στη διάρκεια της ζωής –όχι μόνο στο σχολείο αλλά εξίσου και στη μη- επίσημη και στην ανεπίσημη εκπαίδευση- αυτά που ο Ρόμπερτ Καρνέιρο, στα «Κλειδιά για τον 21ο Αιώνα» ονομάζει «αντίδοτα στην αμάθεια». Είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτή η προσπάθεια θα φέρει καρπούς μόνο αν η εκπαίδευση για όλους ενταχθεί σε προγράμματα εθνικής ανάπτυξης και μείωση της φτώχειας. Για σήμερα, η ουσιώδης σύνδεση της εκπαίδευσης με την ανάπτυξη και τη μείωση της φτώχειας αναγνωρίζεται διεθνώς. Για το λόγο αυτό οι φτωχοί και οι αποκλεισμένοι ιδιαιτέρως οι γυναίκες και τα κορίτσια, που πολύ συχνά στερούνται εκπαίδευσης, και οι περιθωριοποιημένες ομάδες- πρέπει να είναι οι κύριοι στόχοι της «Εκπαίδευσης για Όλους». Μετά την 11η Σεπτεμβρίου πρέπει επίσης να συλλογιστούμε ότι το να επενδύεις στην εκπαίδευση σημαίνει επένδυση εθνική και διεθνή ασφάλεια. Επειδή η εκπαίδευση, όπως έχει τονίσει ο Ζακ Ντελόρ, στηρίζεται σε τέσσερις «κολόνες»: να μάθεις να γνωρίζεις, να μάθεις να κάνεις, να μάθεις να είσαι και να μάθεις να ζεις μαζί. Η «Εκπαίδευση για όλους» είναι το καλύτερο υπόβαθρο για την ειρήνη, τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών. Αλλά είμαστε έτοιμοι να πληρώσουμε το τίμημα για την ειρήνη; Σε εκείνους που παραπονούνταν για το κόστος της εκπαίδευσης, ο Αβραάμ Λίνκολν είχε πει: «Πολύ καλά κύριοι, δοκιμάστε τότε την άγνοια!». MATSAURA KOITSIRO, «Μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση», εφημ. Ελευθεροτυπία, 14-5-2003. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο όρος «κοινωνικός αποκλεισμός» διαδόθηκε ταχύτητα στον επιστημονικό κόσμο και υιοθετήθηκε από ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών, πολιτικών και επιστημονικών φορέων. Η δυνατότητα αυτή, δηλαδή το μεγάλο φάσμα κοινωνικών καταστάσεων που ο όρος επιχειρεί να συμπεριλάβει, τον καθιστούν αναγκαστικά ευρύ. Η ευρύτητα όμως του όρου, σε συνδυασμό με την πολυπλοκότητα και τη συνθετότητα των καταστάσεων και των σχετικών φαινομένων, δυσχεραίνει τον ακριβή εννοιολογικό του προσδιορισμό. Οι δυσχέρειες αυτές οδηγούν πολλές φορές σε θεωρήσεις μερικού χαρακτήρα, στις οποίες δίδεται έμφαση σε κάποιες όψεις του κοινωνικού αποκλεισμού και αναγκαστικά προβάλλονται και τονίζονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, ανάλογα με την τοποθέτηση του επιστήμονα ή του φορέα που τον διαπραγματεύεται. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η οπτική γωνία που το κοινωνικό αυτό θέμα ερμηνεύεται, γίνεται από την πλευρά του αποκλειόμενου ή των αποκλειόμενων και επικεντρώνεται σε δυο ζητήματα: Αρχικά με την περιγραφή των κοινωνικών ομάδων που βρίσκονται σε κίνδυνο ή έχουν υποπέσει σε κοινωνικό αποκλεισμό και αφετέρου στα διάφορα χαρακτηριστικά των ατόμων, τόσο μεταξύ των διαφορετικών ομάδων όσο και στις διαφορές μεταξύ των ατόμων της ίδιας ομάδας. Ο βασικός κίνδυνος που τίθεται στο σημείο αυτό είναι με τον όρο κοινωνικός αποκλεισμός να συγκαλύπτεται κάθε αναφορά στους γενικότερους παράγοντες που παράγουν και αναπαράγουν αυτό το φαινόμενο και η ερμηνεία να απομακρύνεται πχ. από τον αλλοτριωτικό χαρακτήρα των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων, στο πλαίσιο των οποίων λειτουργούν οι αποκλειόμενοι. Ο κίνδυνος δηλαδή να θεωρηθεί μια κοινωνική ομάδα ή μεμονωμένα άτομα ως κοινωνικά αποκλεισμένα, ενέχει τον κίνδυνο να αγνοηθεί το γεγονός ότι μια ορισμένη ανεπάρκεια δεν μετατρέπεται αυτόματα, ούτε αποτελεί από μόνη της αιτία κοινωνικού αποκλεισμού. Ένας αναλφάβητος δεν είναι κατ’ ανάγκη, ούτε σε όλες τις περιπτώσεις άνεργος και άρα «εν δυνάμει» κοινωνικά αποκλεισμένος. Η μετατροπή μιας προσωρινής ανεπάρκειας σε κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού γίνεται μόνο ύστερα από την εμπλοκή των κοινωνικών σχέσεων στο πλαίσιο των οποίων ορίζονται οι προϋποθέσεις εργασιακής και κοινωνικής ένταξης ή περιθωριοποίησης. Η έννοια της μειονεξίας είναι σχετική και προπαντός κοινωνικά καθορισμένη. Αυτό που σε μια ορισμένη περίοδο θεωρείται μειονεξία μπορεί σε μια άλλη να μην είναι ή ένα θεωρούμενο πλεονέκτημα μιας εποχής ν’ απαξιώνεται σε μια άλλη. Οι ερμηνευτικές αυτές εκδοχές επιτελούν μια σημαντική ιδεολογική λειτουργία του προβλήματος που μεταφέρει τις ευθύνες από την κυρίαρχη δομή στα ίδια τα άτομα, ενοχοποιώντας τα για την κοινωνική τους κατάσταση και τελικά στιγματίζοντάς τα. Συνοπτικά, θα σημειώναμε, τα εμπόδια που ορθώνονται με τον όρο αυτό, συνίστανται τόσο στην εννοιολογική αποσαφήνισή του, όσο και με τη χρήση ενός καθολικού ορισμού που δε θα περιγράφει απλά, αλλά θα προδιαγράφει την πολιτική προσέγγισης και ερμηνείας του και θα αποτελεί τη λύση ή μέρος της διαιώνισης του προβλήματος. Συνεπώς, κάθε είδους ερμηνεία μερών ή καταστάσεων του κοινωνικού αποκλεισμού πρέπει να απαντά στα ερωτήματα: Η ύπαρξη περιορισμών στην πρόσβαση του «κοινωνικού» (σε αγαθά, υπηρεσίες, δικαιώματα), είναι περιορισμοί υποκειμενικοί ή αντικειμενικοί; Είναι ηθελημένοι περιορισμοί ή επιβάλλονται; Ο Κ. Τσιάκαλος υποστηρίζει ότι ο όρος Κοινωνικός Αποκλεισμός εξαρτάται από τις ιδεολογικές και πολιτικές παραμέτρους του ερευνητή ή του φορέα που ασχολείται με το θέμα. Το ενδιαφέρον για τον κοινωνικό αποκλεισμό προέκυψε τόσο από τη στόχευση των ερευνητικών προγραμμάτων προς συγκεκριμένα κοινωνικά προβλήματα, όσο και από τη δυνατότητα χρηματοδότησης με βάση τα κοινοτικά προγράμματα της δεκαετίας του ’90 («Φτώχεια 3», «Horizon», «Now»). Θεωρεί, δε, ότι δε συνάδει με τις αρχές της επιστημονικής έρευνας η «έρευνα κατ’ ανάθεση» που προϋποθέτει πρώτα τη χρηματοδότηση και μετά την έρευνα, δηλαδή την αρχική αποδοχή του εννοιολογικού και θεωρητικού πλαισίου προσέγγισης του φαινομένου, (βλ. ΤΣΙΑΚΑΛΟΣ Γ., Ο όρος «κοινωνικός αποκλεισμός» στον καθημερινό λόγο, στο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ: ΟΡΙΣΜΟΙ, ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ, όπ. π. σελ. 46).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αποχαιρετιστήρια ομιλία στους μαθητές της ΣΤ΄ τάξης

Οργανικός και Λειτουργικός Αναλφαβητισμός: Εννοιολογικοί προσδιορισμοί

Ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ για παιδιά στα σχολικά εγχειρίδια. Ερμηνευτική και διδακτική προσέγγιση στο ποίημα της ΣΤ΄ τάξης "Οι Χτίστες". Nazim Hikmet's poems for children in school textbooks. Interpretative and didactic approach in the sixth grade poem by "Builders"